παγκρατιαστῇ

παγκρατιαστῇ
παγκρατιαστής
one who practises the
masc dat sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Πυθαγόρας — I Έλληνας φιλόσοφος και μαθηματικός (Σάμος 585 – 565 π.Χ. – ; Μεταπόντιον 500; π.X.). Αναγκάστηκε να φύγει από την πατρίδα του εξαιτίας ίσως της τυραννίας του Πολυκράτη, και πήγε στη Μεγάλη Ελλάδα και στον Κρότωνα όπου, κατά το 530, ίδρυσε τη… …   Dictionary of Greek

  • Λύσιππος — (4ος αι. π.Χ.). Σικυώνιος χαλκοπλάστης. Δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες για τη ζωή του. Υπήρξε ο ευνοούμενος γλύπτης και ο επίσημος ανδριαντοποιός του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Από τα πολυάριθμα χάλκινα έργα του (ο Πλίνιος αναφέρει 1.500) δεν έχουν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”